Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2021
Σίγησε για πάντα η ελληνική μελωδική φωνή της Βοστώνης
Σίγησε για παντοτινά η μελωδική φωνή της Βοστώνης, η φωνή του αξιαγάπητου καλλιτέχνη και ανθρώπου Κώστα Κούτση, ο οποίος επί 47 χρόνια τραγουδούσε στις χαρούμενες εκδηλώσεις της Ομογένειας, από χοροεσπερίδες συλλόγων και κοινοτήτων, μέχρι δεξιώσεις γάμων και βαφτίσεων.
Η είδηση της «φυγής» του έπεσε ως κεραυνός αν αιθρία γιατί ο Κώστας ήταν από τις πιο γνώριμες, αναγνωρίσιμες και επιφανείς προσωπικότητες της Ομογένειας της Βοστώνης και της Νέας Αγγλίας ευρύτερα. Πάντοτε με το χαμόγελο στα χείλη, ευπροσήγορος και φιλικός με όλους σκόρπιζε τη χαρά και το κέφι, όπου εμφανιζόταν.
Εφυγε δυστυχώς πρόωρα, στην ηλικία των 71 ετών, τη στιγμή που οι αντοχές του και η καλλιφωνία του ήταν πραγματικά αναλλοίωτες από τη φθαρτική διαδοχή του χρόνου και σίγουρα θα μπορούσε για πολλά ακόμα χρόνια να χαρίζει κέφι και χαρά συνεχίζοντας τη μουσική και το τραγούδι που τόσο πολύ αγαπούσε.
Ο αείμνηστος Κώστας Κούτσης γεννήθηκε στην Πάτρα εκ γονέων Αντωνίου, ο οποίος καταγόταν από τη Ζάκυνθο και Παρασκευής, η οποία καταγόταν από τη Ναύπακτο.
Οπως συμβαίνει με την πλειοψηφία των ομογενών μας, κι ο Κώστας Κούτσης έχει τη δική του ιστορία και πορεία ζωής, την οποία διηγήθηκε σε συνέντευξή του στον «Εθνικό Κήρυκα» στις 11 Ιουνίου του 2009. Στην Αμερική ήλθε το 1971 κατά «ανορθόδοξο» τρόπο διότι ήταν ναυτικός κι όταν το πλοίο του έπιασε λιμάνι στο Πρόβιντες του Ροντ Αϊλαντ, πάτησε το πόδι του στη γη της επαγγελίας και της ελευθερίας αναζητώντας μια γωνιά να στήσει τη ζωή του.
Μας είχε πει ότι «προερχόμουν από φτωχή οικογένεια, είμαστε οκτώ αδέλφια, τέσσερα αγόρια και τέσσερα κορίτσια, ο πατέρας μου στα 43 του χρόνια είχε πάθει καρδιακή προσβολή και δεν μπορούσε να εργαστεί οπότε έπρεπε εμείς τα αγόρια οπωσδήποτε να κάνουμε κάτι να ζήσουμε την οικογένεια κι η μόνη λύση τότε ήταν τα καράβια».
Κι όταν το καράβι σάλπαρε στην Αμερική, πήρε τη μεγάλη απόφαση. Είχε πει ότι «βγήκα, δεν είχα κανέναν εδώ, ούτε αγγλικά ήξερα, ούτε τίποτε». Από το Πρόβιντενς ήλθε στη Βοστώνη διότι όπως μας είχε διηγηθεί, «έψαχναν οι Αρχές να εντοπίσουν τους λαθραίους τότε και μάλιστα από το συγκεκριμένο καράβι διότι είχαμε φύγει αρκετά ελληνόπουλα». Είχε τονίσει ακόμα, πως «μερικούς μήνες κοιμόμουν στα βαγόνια, στο τρένο, κατόπιν γνώρισα μερικούς Ελληνες, εργάσθηκα στις πιτσαρίες, θυμάμαι εκείνο τον καιρό δουλεύαμε επί επτά μέρες από το πρωί έως το βράδυ για πενήντα δολάρια».
Στην Ελλάδα είχε ασχοληθεί λίγο με το τραγούδι, «κι όταν εδώ πήγαινα στα νυκτερινά κέντρα σηκωνόμουν και τραγουδούσα δύο τρία τραγούδια και σιγά - σιγά έφτιαξα δική μας ορχήστρα, την ‘Ολύμπιανς’».
«Το τραγούδι και η μουσική είναι μεγάλο χόμπι και ευχαρίστηση και γι’ αυτό το κάνω», είχε τονίσει, «φυσικά στην αρχή ήταν μία μεγάλη βοήθεια για μένα». Ακόμη, είχε επισημάνει πως «τραγουδώ για να δώσω στους άλλους χαρά, να βγάλω τη λύπη μου, κι αισθάνομαι τόσο όμορφα όταν βλέπω τον κόσμο να κάνει κέφι και να χορεύει. Εχω μεγαλώσει με τραγούδια της φτώχειας και του πόνου».
Δεν χρειαζόταν αυτό το μικρό βοήθημα από τη μουσική, καθότι έγινε ιδιοκτήτης τεσσάρων στεγνοκαθαριστηρίων ρούχων με την ονομασία Reliable Cleaners. «Αλλά δεν θέλω να αφήσω την ορχήστρα διότι σκέφτομαι και τους συναδέλφους που ζουν από αυτή τη δουλειά» μας είχε πει. Αν παρ’ ελπίδα κάποια κοινότητα ή σύλλογος δεν μπορούσε να πληρώσει το απαιτούμενο ποσό, ο Κώστας τους έλεγε δεν πειράζει δώστε τόσα όσα να πληρωθεί η ορχήστρα εγώ δεν θέλω χρήματα θα έλθω αφιλοκερδώς.
Με την σύζυγό του την Μαρία από τη Θεσσαλονίκη απόκτησαν τρία παιδιά: Τον Αντώνη, τον Δημήτρη και την Παναγιώτα, και τα τρία με ανώτερες πανεπιστημιακές σπουδές.
https://www.ekirikas.com/
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου